Τα μπάνια στην θάλασσα τον Ιούλιο τα λατρεύω. Το νερό είναι ακόμα δροσερό, δεν πρόλαβε να γίνει χλιαρό από τον καύσωνα, οι παραλίες δεν ξεχειλίζουν πολύ από κόσμο, δεν ακούς συχνά το «Γιωργάκη, φάε τους κεφτέδες σου» κι εν πάση περιπτώσει είναι ακόμα Ιούλιος, χαίρεσαι που το καλοκαίρι είναι στα μισιακά του.
Σήμερα μαζί με τον πεντάχρονό μου γιο «ανακαλύψαμε» το βυθό της θάλασσας μιας κι ήθελε να τεστάρει την καινούργια του μάσκα και εγώ γοργόνα μαζί του. Αφού με πέθανε στις βουτιές, βγήκαμε στην άμμο και δίπλα μας μια οικογένεια από τη Συρία. Η μητέρα με το κοριτσάκι της πάνω-κάτω στην ίδια ηλικία με το γιο μου και ο πατέρας με τον μεγαλύτερο γιο του να δροσίζονται στη θάλασσα. Εκεί που χαλάρωνα από τα «μακροβούτια» βλέπω τον γιο μου να παίζει με τα κουβαδάκια του με το κοριτσάκι δίπλα. Ένα πλασματάκι με σταρένια επιδερμίδα και κάτι μάτια μελιά, με όλη τη γλύκα της Ανατολής ζωγραφισμένη σε δύο βολβούς, όπως ακριβώς η μαμά της. Προσπάθησα να πιάσω κουβέντα με τη μαμά, από τα σπασμένα αγγλικά της κατάλαβα ότι την λένε Αizza και την κόρη της Afrah κι ότι εδώ και δύο χρόνια ήρθαν στην Κύπρο πρόσφυγες για να σωθούν από τον πόλεμο στην πατρίδα τους. Ήθελα πολύ να μάθω την ιστορία της Αizza, μιας γυναίκας με τα δικά μου χρώματα, μια πατρίδα κάποια ναυτικά μίλια μακριά από τη δική μου και μ’ έναν πόνο κοινό, αυτόν της προσφυγιάς. Όμως αυτή δεν ήθελε και το σεβάστηκα. Έτσι αποφάσισα να μας αγοράσω παγωτά, να δροσίσουμε την κάψα, την έσω και την έξω. Όταν επέστρεψα με τέσσερα παγωτά και τα μοίρασα στα παιδιά και τα υπόλοιπα σε μας, τα μάτια της Afrah έλαμψαν σαν πυγολαμπίδες στο σκοτάδι και κοίταξε τη μαμά της. Με το θετικό νεύμα της μαμάς της η μικρή πήρε το παγωτό, με αγκάλιασε και μου είπε:
-Τhank you ice cream!
Και η μαμά της συνέχισε κρατώντας το χέρι μου:
-Ευχαριστώ ice cream and play with son.
Τότε έλιωσα κι εγώ σαν το κερί, βούρκωσα και χώθηκα στην κρέμα του παγωτού να πνίξω τη συγκίνησή μου νιώθοντας πολύ τυχερή που γνώρισα σήμερα την Aizza και την Afrah κι απόλυτα σίγουρη, ότι το ίδιο θα έκαναν αυτές οι δύο γυναίκες, αν εγώ λουζόμουνα στη θάλασσα της δικής τους χώρας.