Δύσκολος καιρός

 

Δεν πάω ποτέ με άδεια χέρια. Κουβαλάω σε αλουμινόχαρτο ό,τι απομένει από το μεσημεριανό και σκέφτομαι ότι είναι από τους λίγους που περνούν καλά στη δουλειά τους. Γελάνε και τα μάτια του. Με το αφεντικό του μένω στα απολύτως απαραίτητα «μια zero, τα πιτσίνια και ένα Davidoff classic, παρακαλώ». Τις προάλλες τον είδα να τρώει με το πλαστικό κουταλάκι των παγωτών. Το φαγητό που είχα φέρει για τον Μαλλού. Ντράπηκα λίγο που ήξερα το όνομα του σκύλου και όχι το δικό του, σκέφτηκα ότι τελικά είναι κι αυτός ένας απλός υπάλληλος όπως όλοι μας και αποφάσισα να φροντίζω λίγο παραπάνω τις μερίδες μου.

της Στέργιας Κάββαλου

(απόσπασμα από το βιβλίο The story of a moment,

Wunderart Productions, Ιούνιος 2017)

16930687_10154811330900590_526744269_o

Σκιάθος, Αύγουστος 2016

Το μπιστρό

Όταν θα μεγαλώσουν τα παιδιά θ’ ανοίξω ένα μπιστρό. Μικρό μέσα,  με μια αυλίτσα έξω με ψηλά δέντρα και χρωματιστά λαμπιόνια.

Θα μαγειρεύω μόνο δύο-τρεις νοστιμιές, θα σιγοτραγουδώ, θ’ ακούω τους ανθρώπους να γελάνε και να χαίρονται. Θα υποδέχομαι αυτούς που αγαπιόμαστε ακόμα κι αυτούς που ξεχάσαμε πως κάποτε ερωτευτήκαμε κι αγαπηθήκαμε ακόμα πιο πολύ. Θα υποδέχομαι παλιούς έρωτες, παντοτινούς μα και ξεχασμένους φίλους, εκείνους που ποτέ δεν βάλαμε σε λέξεις το φευγιό μας, μα μόνο αλλάξαμε ζωές. Κι εκεί στο μπιστρό θ’ ακούμε μουσικές θεσπέσιες, θα χορεύουμε και θα μεθάμε. Για μας.  Χωρίς γιατί. Χωρίς εγώ.

Όταν θα μεγαλώσω θ’ ανοίξω ένα μπιστρό. Και θα μοσχοβολάει ο βασιλικός κι ο δυόσμος. Θα είναι μικρό κι εγώ μεγάλη.

Ονειρεύομαι κάθε μέρα το μπιστρό με τα χρωματιστά λαμπιόνια. Κι αυτή η αφέλεια με κρατάει ακόμα εδώ: να ονειρεύομαι πως στις αληθινές αγάπες κρύβεται ένα πελώριο πάντα.

Σιωπή

Μια διέξοδο απ΄τη μνήμη ψάχνω.

Επιθυμώ να μη θυμάμαι.

Η μνήμη μου δεν είναι όπως ήταν παλιά.

Κι όταν θυμάμαι σιωπώ.

Πόσες σιωπές αντέχει η μνήμη;

Ανάσκελα

Ξαπλώνεις ανάσκελα μ’ ένα παιδί δίπλα σου και χαζεύεις τον κόσμο αλλιώς: βλέπεις τον ήλιο που φεύγει, την βροχή που έρχεται, τους αγαπημένους που «έφυγαν» με ή χωρίς τη θέλησή τους γι’ άλλο σύμπαν, τη θάλασσα εκεί ψηλά, τους φίλους σου να χαίρονται με σένα τη ζωή με τα όλα της, το γαργαλητό και το γέλιο παντού. Νιώθεις ευγνωμοσύνη για το παιδί δίπλα και μέσα σου.

Μόναχο, Αύγουστος 2017

Johannisbeeren

Κάθε καλοκαίρι περίμενε πως και πως να ρθει ο γιος της απ’ τα ξένα. Τον περίμενε με ανοιχτές αγκάλες. Και κάθε φορά που εκείνος ερχόταν εκείνη άνθιζε. Ακόμα κι η μουριά στον κήπο περίμενε τον μονάκριβο γιο στολισμένη με τους καρπούς της. Ήταν η εποχή της χαράς μέσα κι έξω απ’ το σπίτι.

Mόναχο, Αύγουστος 2017

Τέλη Αυγούστου

Μυρίζει καλοκαίρι ακόμα_

κι ας ψιχαλίζει_

θα κρυφτούμε μέσα στους θάμνους

και θα στεγνώσουμε κάτω από τ’ άγρια κρινάκια.

Μια μέρα, μια βδομάδα, κάποιοι μήνες_

Μυρίζει όμορφα το καλοκαίρι.

Μόναχο, Αύγουστος 2017

Ουρανέ μου

Σε λάτρεψα. Όσο τα μάτια μου θωρούν το φως του ήλιου, το γαλάζιο τ’ ουρανού, το πράσινο των φύλλων. Θα σε λατρεύω για όσο θωρούν τα μάτια μου τον ουρανό στα μάτια σου, για όσο ακούω το θρόισμα των φύλλων. Για όσο ακόμα ζω.

Μόναχο, Αύγουστος 2017