-Φέρτην να σε σκουπίσω.
-Άπλωσ΄την χαμαί.
-Νύφτου γιέ μου καλά να φύουν οι βρωμιές.
-Σφούτζισε κόρη μου τα μάθκια σου. Μεν κλαίεις.
Νίφκουνται, σκουπίζουνται, απλώνουν την ποτζεί τζαι ποδά.
Η νιψομαντηλιά, που δίχα της έσσιει αθρώπους που έν κάμνουν.
Βρεμμένη για στεγνή εν τζαμαί τζαι καρτερά τους,
να στεγώσουν τα δάκρυά τους, να σφουντζίσει τον κάματό τους.
Η νιψομαντηλιά ακούει την σιγολαλιάν τους τζαι τους αναστεναγμούς τους.
Βρέσσιεται τζαι στεγνώνει τζαι τζείνη μαζί τους,
με τες χαρές τζαι τα μαράζια τους.
-Την νιψομαντηλιά μου κόρη μου μεν την ξιάσεις.
Είπεν μου η γιαγιά μου πα στο κρεβάτι του γηροκομείου.
Τζαι έκλεισεν τα μάθκια της τζαι έσφιξεν η καρκιά μου.