Zύμωμα

Τα χέρια που ζυμώνουν είναι από τις πιο όμορφες αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας. Τα αλευρωμένα χέρια που σμίγουν υλικά και πλάθουν ζύμες. Που γίνονται γροθιές για να τις πλάσουν. Τέτοια χέρια είχε η γιαγιά μου. Τέτοια χέρια έχει η μάμα μου. Αυτά τα χέρια όταν μαγειρεύουν κάνουν μαγικά. Όχι γιατί το λέω εγώ, αλλά γιατί έτσι είναι. Απλά και κατανοητά. Γιατί αυτά τα χέρια όσο κι αν σκλήρυναν μέσα στο πέρασμα του χρόνου, το ζύμωμα της γης, τους πολέμους και τις απώλειες, άλλο τόσο γλύκαναν τις δικές μας ζωές, των παιδιών και των εγγονιών τους. Η μάμα μου είναι η μαγείρισσα της καρδιάς μου γιατί τα φαγητά της είναι νόστιμα, όταν μαγειρεύει για εκείνους που αγαπάει και ξέρει να αγαπάει πολύ και άδολα και χωρίς τέλος και γιατί ποτέ δεν την έχω ακούσει να επαίρεται για κάτι.

Τα χέρια που αγαπώ πιο πολύ είναι της μητέρας μου. Είναι ο τόπος της απλής και γλυκιάς ζωής.

 

Ταχινόπιτες Κύπρου, Νοέμβριος 2017

Τρομάζω, δεν τρομάζω

Δεν τρόμαζες πριν έναν χρόνο, όταν έπινες ζεστό κρασί με κανέλα και γαρύφαλλο κι ο διπλανός σου περιεργαζόταν τα χειροποίητα ξύλινα στολίδια.  Παιδικές χορωδίες, μυρωδιές Χριστουγέννων, όρθια κυπαρίσσια προς αγορά, ζεστά σκουφιά στα κεφάλια και γούνινα γάντια στα χέρια, προέρτιες συναντήσεις φίλων στην πλατεία: χαρά ζωής. 

Δευτερόλεπτα μετά κραυγές θανάτου κάτω από το βαν εκείνο που έσπειρε τον θάνατο και τον πανικό. Φωνές παντού και ουρλιαχτά. Δεν πρόλαβες καν να τρομάξεις. Τα πόδια σου δεν κρυώνουν πια. Δίπλα σου εκείνη η πολύχρωμη γυάλινη μπάλα Χριστουγέννων που αγόρασες από την κυρία με τ’ άσπρα μαλλιά. Θρύψαλλα  μέσα στην χάρτινη σακούλα.

– Τρίγωνα, κάλαντα σκόρπισαν παντού…

Ένα χρόνο μετά η κυρία με τ’ άσπρα μαλλιά ετοιμάζει με περισσή προσοχή τα στολίδια της στην χριστουγεννιάτικη αγορά.  Την θαυμάζω αυτήν και τα καλούδια της. Στέκομαι σε τούτη την πλατεία με την τσιμεντένια οχύρωση και ονειροπολώ. Με ξυπνάει το βαρύ κτύπημα της καμπάνας της Gedächtniskirche.

 Δεν τρομάζω. Αναρωτιέμαι μόνο πόσα κτυπήματα αντέχει η μνήμη.

Gedächtniskirche- Berlin, November 2017

Μούχρωμα

Ήσυχη ώρα, ώρα της λήθης

το πρωί και το σούρουπο θ’ ακολουθήσει.

Πόνους παλιούς τα μάτια σου θρηνούν

και κλαις σιγανά τους τωρινούς.

Των πόθων όλων και των παθών ώρα θυμητική.

Όσο κι αν θες να λησμονείς η μνήμη σου ακολουθεί.

Κύπρος, Νοέμβριος 2017

Piano

Μπροστά στο πιάνο κάθεσαι με ευλάβεια, εκεί που κάποτε συνομιλούσες με τα πλήκτρα, εκεί που σταματούσε ο χρόνος. Τεράστιες οι ώρες σας, τεράστια η αγάπη. Ακόμα. Ανάμεσα στις παλιές αγάπες κρύβεται ένα πελώριο πάντα.

Παύση

Παύση στις λύπες.

Παύση στις τιμωρίες και τη σκληρότητα.

Κουβαλώ θλίψεις παλαιών ετών και γενεών.

Κουβαλώ εμένα και τρέχω μακριά από μένα.

Θρήνοι, κραυγές, αλλαλαγμοί, σιωπές.

Παύση μεγάλη, φόβος μικρότερος.

Βλέπω τις διαστάσεις μου και νιώθω τους νευρώνες μου.

Βλέπω στα μάτια μου όσα δεν τόλμησα.