Ελιά 

Τούτο το δέντρο είναι η πατρίδα μου.

Ο κορμός γέρος, γερός, γεροδεμένος.

Τούτο το δέντρο έχει τις ρίζες του βαθιά μέσα στο χώμα.

Κανένα χέρι δεν μπορεί να το ξεριζώσει.

Κανένας δεν μπορεί να του κακιώσει.

Ορθώνεται στο γαλάζιο και καμαρώνει το φως της πατρίδας που του έλαχε να γεννηθεί.

Τούτο το δέντρο είναι η πατρίδα μου.

Κύπρος,Οκτώβριος 2016

Θέλω ν΄αναπνεύσω

Θέλω ν΄αγοράσω μια καινούργια φρυγανιέρα, τεράστιες κούπες για καφέ κι έναν καινούργιο καναπέ με χρωματιστά μαξιλάρια. Σίγουρα και μια άσπρη σεζλόνγκ για τη βεράντα. Θέλω ένα ρετιρέ πάνω στη θάλασσα για να με κοιμίζει και να με ξυπνάει ο παφλασμός του κύματος και οι κουρτίνες ν΄ανεμίζουν στ΄ανοιχτά παράθυρα. Ήταν τ΄όνειρό μου από παιδί ένα σπίτι ή ένα διαμέρισμα, ή ένα κομμάτι γη στη θάλασσα. Μικρό όχι μεγάλο, φτάνει να βρίσκεται στη θάλασσα. Η θάλασσα, που λειτουργεί σαν μαγνήτης. Για μένα τουλάχιστον. Κι αν είχα γη στη θάλασσα, θ’ αγόραζα ένα τροχόσπιτο.  Εδώ ολόχρονα θα είμαι ευτυχισμένη, γιατί θα ξεπλένω στο κύμα κάθε μου πόνο, κάθε μου φόβο, κάθε έγνοια που θα με τυραννούσε. Και το αλάτι στο δέρμα μου, στα μαλλιά μου, στη βεράντα μου, στους τοίχους του σπιτιού μου θα έχει θεραπευτικές ιδιότητες.

Θέλω να έχω και το πιάνο μου μαζί, όπου κι αν κατοικήσω. Είναι μέρος του σώματός μου, έστω κι αν παίζω πια σπάνια. Και φυσικά τα βιβλία μου και τις μουσικές μου. Την μοναξιά και τη μελαγχολία μου, τις  παίρνω παντού μαζί μου. Αγόγγυστες και τις τέσσερις εποχές του χρόνου. Με τις βροχές και τους καύσωνες. Χωρίς ερωτήσεις, απαιτήσεις, υποχρεώσεις. Χωρίς γιατί και πως.

Θέλω να κατοικήσω κοντά στη θάλασσα για να μάθω ν΄αναπνέω πάλι σωστά και να μην πνίγομαι. Πνίγηκα τόσα χρόνια. Χρειάζομαι αέρα. ΑΕΡΑ!

 11745781_10153400771790590_661517467724535629_n

Κύπρος, Ιούλιος 2015

Εορτασμοί ιμιτασιόν

Γιορτάζουμε το ΟΧΙ και είμαστε βουτηγμένοι στα ΝΑΙ. ΝΑΙ στην κοροϊδία, το ψέμα, το μπούλινγκ, τον ρατσισμό, τον φασισμό, τον κοινωνικό αποκλεισμό.

Στις γιορτές των σχολείων μας τιμούμε όσους πολέμησαν, σκοτώθηκαν, αντιστάθηκαν στον εχθρό κάθε χρόνο πιο αδιάφορα και πιο ξεφτισμένα. Μιλάμε για ήρωες της Ιστορίας και δίπλα μας, μέσα και έξω από την τάξη του σχολείου ο ρατσισμός και ο φασισμός αβγατίζει. Και μεις ανήμποροι θεατές παρακολουθούμε άπραγοι και απαθείς τους ξυλοδοραμούς, τα μαχαιρώματα, τις δολοφονίες. Διδάσκουμε μέσα στις τάξεις τον ανταγωνισμό σ΄ όλες του τις εκφάνσεις για να καμαρώσουμε τα παπαγαλάκια μας, που κρατάνε περήφανα σημαίες και λάβαρα. Και ξεχάσαμε να μιλάμε ξεκάθαρα για τον σεβασμό, την αλληλεγγύη, την ανθρωπιά, τη διαφορετικότητα.

Περπατάμε στους δρόμους κορδωμένοι μηχανικά σε παρελάσεις ιμιτασιόν. Και οι σημαίες και τα λάβαρα κυματίζουν σ΄έναν κόσμο απ΄ την κορφή ως τα νύχια γεμάτο γάγγραινα.

11666254_10153340333760590_9107089970322591252_n

Photo by Olaf Becker

Φέγγε μου

Τόσο μικρό σ’ έναν τόσο μεγάλο κόσμο

μου φέγγεις για να περπατώ.

Πάνω σε τεντωμένα σχοινιά

σ’ ακολουθώ με ρυθμούς τρελούς.

Φεγγαρολουσμένη μου ζωή

με τις μελωδίες τις λυρικές,

τις μονοφωνίες, τις πολυφωνίες και τις παραφωνίες σου.

Και συ εκεί, μου φέγγεις για να προχωρώ.

Κύπρος, 2016

Άπονη ζωή

Θάθελα οι άνθρωποι να μην έφευγαν με πόνο.

Θάθελα οι άνθρωποι να μην έμεναν με πόνο.

Θάθελα οι άνθρωποι να πονούσαν λιγότερο και να χαίρονταν περισσότερο.

Να μην πονούν και να μην φεύγουν.

Τι αφήνει πίσω του το φευγιό;

Πόνο και πονώ.

Μετράω χιλιόμετρα

Στέκεσαι μπροστά στο χάρτη,

τον δικό σου, τον δικό μου, τον δικό μας.

Ξεκινάς τα χιλιόμετρα,

αναθεωρείς, προχωράς, επιστρέφεις.

Ένα διαρκές μπρος, πίσω.

Μετράς χιλιόμετρα, λεπτά, ζωές.

Χιλιόμετρα πήγαινε-έλα μέσα σου, μέσα μου.

Θα ρθεις;

IMG_20160609_211640.jpg

Κύπρος 2016

Κρεσέντο

Μια κατάφαση ζωής σ’ ένα κόσμο που βυθίζεται.

Ένα φως πράο, μειλίχιο λαμπυρίζει μια γενική ευτυχία.

Καμία φρίκη δεν βγαίνει στη στεριά.

Αναπνέω βαθιά το ιώδιο, καθαρίζω κάθε πληγή και χαϊδεύω τα σημαντικά μου.

Καμία λειψυδρία. Πουθενά.

Ανοίγω τα φτερά μου στον κόσμο, τον εδώ και τον έξω.

Κρεσέντο ζωής σ’ έναν κόσμο που ονειρεύεται.

Λεμεσός, Οκτώβριος 2016

Κλεονίκη

Η γιαγιά μου, η Κλεονίκη. Μια γυναίκα που τίμησε το όνομά της κυριολεκτικά. Η γιαγιά, που στο πρόσωπό της έβλεπα πάντα την ελευθερία και την πρόοδο ενσαρκωμένη. Η γιαγιά, που τα είχε μέχρι το θάνατό της τετρακόσια, που έμαθε μόνη να διαβάζει στα γεράματά της, που έφτιαχνε γλυκά  μπουρέκια της αναρής και ξεροτήγανα για όλη τη γειτονιά και ύφαινε μοναδικές κουρελούδες στη βούφα (αργαλειό). Η γιαγιά, που κατέβαζε την μπύρα σαν νερό κι έτρωγε το ψωμί σαν να μην υπάρχει αύριο. Και όταν έφτασε ο καιρός, που είπαμε το ψωμί ψωμάκι, όταν έγινε η εισβολή του 74΄ η Κλεονίκη έμεινε εγκλωβισμένη στο χωριό της περιμένοντας τον μοναδικό της γιο Βαρνάβα, αγνοούμενο πολέμου να γυρίσει, μα δεν γύρισε πoτέ. Η Κλεονίκη, που είχα την τύχη να κληρονομήσω το σπίτι της, τις λεμονιές και τις ελιές της στο συνοικισμό προσφύγων είναι η δική μου Λωξάνδρα και ξαναζωντανεύει μια ολόκληρη εποχή και «το χορτάρι της λησμονιάς αρχίζει κιόλας να φυτρώνει».

12116001_119570441731696_4140606953983134664_n

Σ΄ένα κουτί με σκόρπιες φωτογραφίες ξαναβρίσκω και πάλι σήμερα τη γιαγιά, πιο επίκαιρη από ποτέ. Η φωτογραφία είναι από τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ «Νεκατωμένοι Αέρηδες» του Γιάννη Ιωάννου (1984) για τα βιώματα δυο γυναικών, μίας ελληνοκύπριας και μιας τουρκοκύπριας που έχασαν τα παιδιά τους. Δέκα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή δύο γιαγιάδες, δύο ηλικιωμένες Κύπριες, η Φατμά από την Ποταμιά και η Κλεονίκη από το Τρίκωμο συζητούν για την ζωή τους, το σήμερα, το χθες, για τα παιδιά τους που χάθηκαν, της μιας στον πόλεμο και της άλλης σε δυστύχημα. Η Κλεονίκη αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι της στο Τρίκωμο και να προσφυγοποιηθεί και η άλλη δεν ακολούθησε τους υπόλοιπους Τουρκοκύπριους στα κατεχόμενα, λέγοντας ότι η πατρίδα της είναι το χωριό Ποταμιά στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου.Μια ταινία που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα: τι είναι πατρίδα;

Ποια είναι η πατρίδα μου; Είναι μοιρασμένη, είναι χαμένη;  Ερώτηματα που θα δυσκολεύομαι πάντα ν΄απαντήσω.

10513314_10153581648225590_680203488017957354_n