Ο χρόνος τρέχει ξοπίσω μου και με κτυπά στην πλάτη. Δεν γυρνάω να τον δω. Συνεχίζω. Φτιάχνω καθετί με προσοχή, περίσκεψη, λογική. Όλα καλά, μου ψιθυρίζω. Όλα με πλάνο. Ο χρόνος με ακολουθεί. Τον αγνοώ και πάλι. Τρέχω να προλάβω το κάθε μου λεπτό, χωρίς να τον φοβάμαι. Φοβάμαι μόνο τους εχθρούς που με κερνάνε γλυκό, φιλιά, χάδια. Αυτούς που αντί πρόσωπο φοράνε προσωπείο. Αυτούς που την μοναξιά την ντύνουν με έρωτα, λέξεις γεμάτες φωνήεντα που γίνονται άτακτα σύμφωνα. Φοβάμαι αυτούς που δεν παραδέχονται πως φοβούνται. Αυτούς που δεν τολμούν ν΄ακούσουν και δεν αρθρώνουν τίποτα. Φοβάμαι αυτούς που κάθε λύση σ΄ένα έργο την οδηγούν στη διάλυση. Κι όλα σε nanoseconds. Γκρεμίζω και γκρεμίζομαι σε nanoseconds.
Ο χρόνος στέκεται και με ρωτά τι να κάνω. Γυρνάω για nanoseconds και τον κοιτώ. Ο ήλιος με τυφλώνει σαν προβολέας. Καμία αμηχανία. Δεν με νοιάζει. Κοιτάω μπροστά και προχωρώ.