Ήταν τέσσερα ή πέντε καλοκαίρια της παιδικής μου ηλικίας που κατασκηνώναμε σε πράσινες μεγάλες σκηνές στο Governor’s Beach. «Η Ακτή του Κυβερνήτη, το ανατολικότερο κομμάτι της παραλίας της Λεμεσού όπως αποκαλούμε το Governor’s Beach, προήλθε από την Αγγλοκρατία μιας κι εκεί υπήρχε το εξοχικό όπου παραθέριζε ο εκάστοτε Άγγλος Κυβερνήτης. Αργότερα με την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την “αποχώρηση” των Άγγλων, το εξοχικό παραδόθηκε στον τότε πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Ο Μακάριος χρησιμοποιούσε το εξοχικό κατά την καλοκαιρινή περίοδο, ενώ μετά τον θάνατό του το εξοχικό έκλεισε και παραμένει μέχρι σήμερα κλειστό», έτσι είχα διαβάσει κάπου.
Την δεκαετία του 80’ όταν παραθερίζαμε εκεί δεν θυμάμαι ούτε εξοχικά, ούτε κυβερνήτες. Ήταν τα ωραιότερα καλοκαίρια της παιδικής μου ηλικίας: δεν ξεχνάω την ιεροτελεστία να στηθούν οι σκηνές για να χωρέσουν την πενταμελή μας οικογένεια και το σόι από την Ευρώπη, που ερχόταν για διακοπές φυσικά στον τότε παράδεισο του Governor’s Beach. Θυμάμαι κάθε πρωί που πέρναγε ένας πλανόδιος πωλητής με το φρέσκο γάλα σε μπουκάλια, τις ζεστές ταχινόπιτες και τυρόπιτες να τρυπάνε τα ρουθούνια μας και την μητέρα μου να φτιάχνει το καφέ στο γκαζάκι σε χάλκινο μπρίκι. Μετά ακολουθούσε πεζοπορία και κατάβαση από τα βράχια για να φτάσουμε στη «Γαλάζια Λίμνη» και εγώ ολημερίς μέσα στο αλμυρό νερό ή για ψάρεμα με τον πατέρα μου ως αργά το σούρουπο ν΄αρνούμαι την επιστροφή στη σκηνή. Η χαρά μου ήταν οι βουτιές με την μάσκα, οι πεταλίδες και οι μαύροι θησαυροί: οι αχινοί, που ναι μεν έβριζα όταν με τσιμπούσαν, αλλά λάτρευα την γεύση τους. Αξέχαστα ήταν επίσης τα βράδια: καθόμασταν με κεριά, ούτε ίχνος ηλεκτρικού φωτός υπήρχε τότε, παρέα με τ΄ αστέρια και το φεγγάρι και με συνοδεία κιθαριστική από τον θείο Filadelpho τον Χιλιανό δίναμε κοντσέρτα με λατινοαμερικάνικο κι ελληνικό ρεπερτόριο και μαζεύονταν οι παραθεριστές των γειτονικών σκηνών, ντόπιοι και τουρίστες σ΄ ένα γλέντι απλό, απέριττο, μεθυστικό.
Σαν ντοκιμαντέρ πέρασαν όλες οι εικόνες σήμερα από μπροστά μου φυλλομετρώντας τα παλιά άλμπουμ με το χοντρό εξώφυλλο στο πατρικό μου. Επέστρεψα σ΄αυτά τα καλοκαίρια του Rosa Maria se fue a la playa, που το living was easy και με τύλιξε μια γλυκιά μελαγχολία διαπιστώνοντας ότι οι ζωές μας είναι ένα άλμπουμ ιστορίες δικών μας και ξένων που τείνουμε να ξεχνάμε γιατί πια το living δεν είναι τόσο easy. Αυτές οι ιστορίες όμως, που είναι γερά φυτρωμένες και καλά ποτισμένες στην ψυχή μας βρίσκουν πάντα τον δρόμο τους κάποτε, φτάνει να το θελήσουμε.
Μακάριοι όσοι κυβερνούν ακόμα τα δικά τους καλοκαίρια.
Λεμεσός 1980