Είναι οι Κυριακές που περνάμε σε σπίτια γεμάτα κόσμο και δεν μιλάμε, δεν ακούμε, δεν υπάρχουμε. Όσο η μοναξιά μας πίνεται σε καφέδες και ποτά χωρίς πόθο μόνο κατάποση. Όσο ακόμα περιμένουμε τον έρωτα, που δεν έκανε τον κύκλο του να γυρίσει πίσω με μιαν αγάπη κι ένα πάθος σε αγκαλιές και όχι λόγια, άχρονος, μη αντιστρέψιμος. Όσο οι φιλίες χάνονται άσκοπα, άδικα, αδικαιολόγητα, άγαρμπα. Όσο κρυβόμαστε από τους εαυτούς μας, τα θέλω μας, τα όχι και τα ναι. Όσο ο καρκίνος τρυπώνει κάτω από το πετσί κάθε μέρα, κάθε μήνα, τις γιορτές και τις αργίες, κοιμάται, ξυπνά για πόσο ακόμα. Όσο η θάλασσα ξεβράζει κορμιά και θαλασσόξυλα που θα στοιχειώνουν συνειδήσεις. Όσο οι άνθρωποι ξυπνάνε τις Δευτέρες χωρίς δουλειά, χωρίς φαί, χωρίς σπίτι, χωρίς πατρίδα. Όσο οι Κυριακές χωρίς λιακάδες και ανοιχτά παράθυρα κρατάνε μήνες. Όσο εσύ λείπεις γιατί ο θάνατος δεν χωνεύεται με τίποτα. Όσο η Sinead φεύγει για να χαθεί.
Μόναχο, 2016