Λευκωσία-Κύπρος, Ιανουάριος 2018
Μήνας: Ιανουαρίου 2018
Θαυμαστικά
Πόσο νωρίς μας άφησες…
Κeep walking Johnny
Πηγαίνω στο πατρικό μου να πάρω κάτι χαρτιά. Και στο τραπέζι πετυχαίνω προπολεμικό ενθύμιο, το ανοίγω φυσικά από περιέργεια και βλέπω φωτογραφία του νεαρού πατέρα μου. Προπολεμική άδεια οδήγησης στην Αμμόχωστο.
– Είδες νιάτα, μου λέει ερχόμενος από την κουζίνα.
-Παπά, έτσι σε θυμούμαι όταν ήμουν μικρή.
-Πάλι καλά, μου λέει χαμογελώντας. Κάτσε να σου βάλω ένα ουίσκι. Ότι πρέπει για το κρύο.
-Βιάζομαι παπά μου, δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω την κουβέντα μου και μου βάζει λίγο.
-Στην υγειά μας κόρη μου.
-Γειά μας Γιάννη μου, του λέω, στα όμορφα χρόνια τότε και τώρα.
– Έτσι κόρη μου. Κάθε εποχή με την ομορφκιά της.
Έφυγα με την φωτoγραφία του τριαντάχρονου τότε και το χαμόγελο του ογδοντάχρονου τώρα πατέρα μου.
Keep walking Johnny μου.
Κοιτάς όπου αγαπάς
Στα πιο μικρά
Στα πιο μικρά τετράδια γράφτηκαν οι πιο ωραίες λέξεις.
Στα πιο μικρά δωμάτια δόθηκαν τα πιο γλυκά φιλιά.
Στα πιο μικρά γίνονται συχνά τα πιο μεγάλα γεγονότα της ζωής μας.
Της λύπης
Μείναμε στο σκοτάδι.
Φτωχύναμε σήμερα.
Βρέχει ολημερίς.
Υγρή η γη, υγρά τα μάτια μας.
Της λύπης, γιατί λείπεις.
Εσύ κορίτσι φωτεινό διάλεξες τα Φώτα για να σβήσεις.
Θα αιωρείται πάντα το γιατί.
Φτωχύναμε σήμερα.
Πολύ.
Η βασιλόπιτα της μάμας
Επιστρέφω στο νησί τζαι οι ρίζες μου καρτερούν με, μουσκομυρίζουν γαρύφαλλον σ’ ένα κομμάτιν βασιλόπιτας της μάμας όπως την εφουρνίζαν στο Ριζοκάρπασο. Θυμούμαι πάντα τα Χριστούγεννα τζαι το Πάσχαν την μάμαν τζαι την γιαγιάν μου να ψήνουν κουλούρκα τζαι πίτες των κατεχόμενων χωρκών μας. Τζείνα τα ξεροτήανα της γιαγιάς Κλεονίκης εν θα τα ξηάσω ποτέ ειδικά τούτες τες μέρες, που ετηάνιζεν για τους καλικάντζαρους. Σαμπώς τζαι καρτερούσασιν τα τζαι τζείνοι.
Επεράσαν πολλά χρόνια για να καταλάβω πως οι παραδόσεις τζαι οι αναμνήσεις μας έννεν κατεχόμενες τζαι κουβαλάς τες παντού. Τζαι καλά κάμνεις.
Κύπρος, Ιανουάριος 2018
Αναχωρήσεις και αποχαιρετισμοί
Δεν πιστεύω οι αποχαιρετισμοί ν’ αρέσουν σε πολλούς. Εγώ δεν τους συμπάθησα ποτέ. Και κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι σκληραίνει το πρόσωπο, παγώνουν τα δάκρυα, σουφρώνουν τα χείλη. Και μέσα από το αμάξι που απομακρύνεται κοιτάς το σπίτι σκεφτόμενος, ότι την επόμενη φορά ίσως να είναι πολύ γυμνό κι απόμακρο χωρίς τους ανθρώπους που το έζησαν.
Το ίδιο κι αναχωρήσεις. Υπάρχουν οι αγκαλιές που στεγνώνουν τα δάκρυα και οι αγκαλιές της αναχώρησης που σε μαγκώνουν αμήχανα, γιατί μέσα τους κουβαλάς το βάρος της άγνοιας αν θα τις ξαναβρείς. Κι επιπλέον δύο πράγματα βαραίνουν σε μια αναχώρηση: τι αφήνεις πίσω και τι σε περιμένει εκεί που θα πας.