Θωρείς τα είντα ταιρκαστά που ένι, είντα όμορφα μαζί, είντα καλήν παρέαν που καμνούσιν, εν τζαι πειράζει που το ένα εν πιο μειάλον που το άλλον, θωρείς τα τζαι σσιέρεσαι τα που εταιρκάσαν έτσι ωραία. Τζαι έρκεται μια ώρα που σπάζει το έναν τζαι γίνεται πολουβίθκια τζαι στεναχωρκιέσαι που έννεν πκιόν μαζί, τζαι μεινίσκει μανιχόν του το έναν, τζαι αναρωθκιέσαι είνταλοϊς εν επρόσεχες τζαι άφηκές το να γίνει κομματούθκια, τζαι εν ημπορείς να εύρεις πάλαι το ίδιον για να ταιρκάσει όπως εταιρκάζασιν τούτα τα δκιό μαζίν. Τζαι πίνεις πκιόν τον καφέν σου πικρόν, τζαι μεινίσκεις με δκιό σσιείλη καμένα.
