1.
Σαν παιδί
την κοιτούσα κρυφά να καθαρίζει
το πάτωμα με εφημερίδες.
Τα δάκρυά της έσταζαν στους τίτλους των ειδήσεων,
οι λέξεις σκορπίζονταν παντού
κι εκείνη τις μάζευε από χάμου
συλλαβή-συλλαβή
τα θέ- και τα -λω
σφουγγίζοντας τα μάτια της κρυφά να μην την δω.
Δε φεύγει απ΄το μυαλό μου η μυρωδιά στο πάτωμα.
2.
Δυνάτος ήταν ο κρότος,
όταν το φλυτζάνι έσπασε στα χέρια της,
το αίμα έτρεχε αυλάκι στο πάτωμα
κι εκείνη σαν πορσελάνη
μετρούσε στάλα στάλα
τη μοναξιά της.