Τ’ αγέρι όταν φυσάει μιλάει στις λεύκες.
Τα γύρω φύλλα ακούνε σιωπηλά
τις πρώτες τρίλλιες των πουλιών σε μια αρμονία ήχων.
Και τα νερά που τρέχουν στο αυλάκι
γλείφουν τις πέτρες σε αέναη φορά.
Γυρεύει λόγια για να πει
Μάταιος ο κόπος.
Γυρεύει βλέμμα για να βρει
Ηρεμία θανάτου.
Μόνο τ’ αγέρι σαν αδράχτι να γυρίζει
και να υφαίνει τα κουβάρια της σιωπής.