Ο θάνατος δεν χωνεύεται. Και δεν γνωρίζω πως διαχειρίζεται κανείς την απώλεια των ανθρώπων του. Και κάθε φορά που φεύγει ένας άνθρωπος, δέκα, είκοσι, τριανταπέντε, εξήντα χρονών, όποια ηλικία κι αν έχει αυτός ο άνθρωπος με πιάνει το παράπονο για όσα δεν προλαβαίνουμε να πούμε μεταξύ μας σε όσο χρόνο μας χαρίζεται, για όσα μικρά αρνιόμαστε πεισματικά να προσπεράσουμε, για τις συγγνώμες που δεν αρθρώνουμε, για τους εγωισμούς και τις μικρότητές μας. Γιατί όλα είναι μικρά μπροστά στην αδικία της αρρώστιας. Δεν υπάρχει δίκαιη αρρώστια για κανέναν.
Ο θάνατος είναι πολύ κωλόπαιδο. Και μεις εξακολουθούμε να είμαστε κωλόπαιδα απέναντι στη ζωή μέχρι την επόμενη απώλεια.