Πρόσωπο και χέρια ρυτιδιασμένα. Μάτια θαμπά, φρύδια πυκνά. Χείλη σουφρωμένα, μόνιμα κλειστά και χλωμά. Το σώμα δεν κουνιέται, απλά κάθεται, δεν ακούει τις φωνές εντός κι εκτός του. Οι κινήσεις των χεριών και των ποδιών μηχανικές καθημερινά προγραμματισμένες και ίδιες, πάντοτε μέσα σ΄ εκείνα τα λιγοστά τετραγωνικά στο πεζοδρόμιο. Η ψυχή του, μια απουσία κάθε πόθου και ευδαιμονίας, ντυμένη στο γκρι, αμπαρωμένη πίσω απ’ το κελί της. Και η μνήμη του σκουριασμένη ή τρύπια θέλει να βουλιάζει στη λήθη, να συντηρεί τις σιωπές. Μοναδική του παρέα όλα εκείνα τα ζευγάρια παπουτσιών που ζητούν να ξαναφορεθούν, ν΄ αγκαλιάσουν τις πατούσες που τ΄ αγαπούν, που έχουν ιστορίες να διηγηθούν, που έχουν ζήσει πάνω τους το καλό, το κακό, το όμορφο, το άσχημο κι ακόμη ζουν.
Συρία
Φώτο : Άνθος Μυριάνθους