Φοράω μαύρα γυαλιά στον ήλιο κι αδιάβροχο στη βροχή και προχωρώ.
Σαν αόρατος μαζί με τους υπόλοιπους τρέχω, αλλά δε σε φτάνω.
Ο μανιασμένος άνεμος ακυρώνει τα βήματά μου κρατώντας με μακρυά από τον διπλανό μου.
Στεκόμαστε ένα πλήθος στα φανάρια, στη δουλειά, στη ζωή. Στεκόμαστε μόνοι μας μες το πλήθος.
Βγάζουμε άλαλες κραυγές και κανείς δεν ακούει.
Προσπαθώ να πάω κόντρα στον άνεμο.