Όταν ήταν στην πέμπτη τάξη του Δημοτικού πήγαινε κάθε Σάββατο στο Κατηχητικό της ενορίας με την Χριστίνα, κολλητή και συμμαθήτριά της. Δεν της άρεσε καθόλου η κατήχηση, βαριότανε φρικτά, αυτόν που μιλούσε, τους γύρω της, τον χώρο. Σκεφτότανε επίμονα το μετά κι η ώρα κυλούσε γοργά: ή πάστες από το συνοικιακό ζαχαροπλαστείο ή μολύβια από το βιβλιοπωλείο του ηλικιωμένου κυρίου Θέμη. Και πάντα κρυφά και γρήγορα! Η μία κράταγε τσίλιες και η άλλη τα΄κλεβε. Και μετά ακολουθούσε η ιεροτελεστία της απόλαυσης του απαγορευμένου στο πάρκο της γειτονιάς. Χρώματα και γεύσεις που γαργαλούσαν και τις δύο για αρκετή ώρα, μέχρι το επόμενο Σάββατο της κατήχησης.
Παιδιόθεν της άρεσε το γλυκό μολύβι.
Sculpture by Salavat Fidai