Στέκεσαι όρθια. Απεριποίητη, άβαφη, ξεφτισμένη, ξεχασμένη από θεούς και δαίμονες, αλλά ακόμη όρθια.
Πίσω από τις πόρτες κάποτε οι άνθρωποι έμοιαζαν ευτυχισμένοι, ερωτεύονταν, έτρωγαν σιροπιαστά, μεθούσαν, έκαναν όνειρα στο χαρτί, άναβαν φωτιά στο τζάκι, κοιμόντουσαν χωρίς εφιάλτες σ’ ανατολές και δύσεις.Θωρούσαν περήφανα το ψηλοτάβανο και θαύμαζαν τα εκλεκτά πλακάκια χορεύοντας ταγκό.
Τώρα η στέγη δεν είναι ασφαλής πια και τα πλακάκια έγιναν θρύψαλα.Και τα παραθυρόφυλλα μισογκρεμισμένα και μισάνοιχτα αφήνουν επίμονα το κρύο να μπάζει.Και οι άνθρωποι έγιναν ένα με τους παγερούς τοίχους, το φως και η σκιά μέσα τους πάλευαν κι έγινε σκοτάδι. Και η ζωή τους πια, ένα μινόρε.
Όμοδος, Κύπρος 2016
Υπέροχο!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Σας ευχαριστώ πολύ!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο