«Ας μη μιλήσουμε απόψε, ας μη μιλήσουμε ποτέ».
Με μεγάλη ενδελέχεια τους φροντίζεις, τους αναζητάς. Αυτοί γλυστρούν σαν χέλι, αλλάζουν σχήματα, χρώματα και σκορπίζουν σαν την άμμο μέσα απ΄την παλάμη. Φοβούνται τις λέξεις, τα βλέμματα, τα δάκρυα. Τα δικά τους. Μοιάζουν σαν σκουπιδάκια που μπαίνουν στο μάτι, το θολώνουν μέχρι να αποβληθούν σαν ξένα σώματα. Είναι τ΄αγκάθια που τσούζουν κάτω απ΄το πετσί.
Είναι κάποιοι άνθρωποι στη ζωή μας που γλυστρούν και φεύγουν χωρίς εξήγηση καμία, χωρίς αντίο, χωρίς περιθώριο για κλάμα. Είναι το ριζικό μιας αναπόφευκτης σχέσης, όταν οι άνθρωποι αυτοί έμαθαν να είναι μόνοι, καλόμαθαν στη σιωπή τους και κακόμαθαν το εγώ τους. Και η σχέση μαζί τους γίνεται κάποτε πολτός και λάσπη.
Η ζωή είναι απελπιστικά απλή και οι άνθρωποι απελπισμένοι και περίπλοκοι. Κι η αγάπη μας σέρνεται χωρίς ανταπόδοση. Τότε ξεφτίζει και ξεφτιλίζεται. Και οι άνθρωποι μαθαίνουν εύκολα να μένουν πάλι μόνοι, αποσυναρμολογούνται, γιατί δεν μίλησαν ποτέ.