Η Ντανιέλα είναι από την Βουλγαρία και ζει στο νησί εδώ και τέσσερα χρόνια. Την έφερε εδώ ένας καλός κύριος για ένα καλύτερο μέλλον με καλά λεφτά. Της βρήκε δουλειά σ΄ ένα από τα σπίτια με τα κόκκινα φωτάκια αλλά του ξέφυγε. Βρέθηκε να καθαρίζει σπίτια και να ομορφαίνει κήπους.
Την πέτυχα μια μέρα στο χωράφι του πατέρα μου να ξεχορταριάζει. Έβγαζε τις ρίζες από τα αγριόχορτα, κράταγε στο χέρι το χώμα και το σκόρπιζε σαν χρυσόσκονη στη γη.
-Αγαπάς το χώμα, της είπα βλέποντάς την πως συμπεριφερόταν στο κομμάτι αυτό της γης.
-Όταν έφυγα από την Βουλγαρία όλοι μου έλεγαν να πάρω μαζί μου χώμα. Τι να το κάνω το χώμα; Σε νησί πάω, έχει και εκεί στεριά τους έλεγα. Να το φυτέψω σε γλάστρα και να το πάρω ως αναμνηστικό της πατρίδας μου; Τις ρίζες μου τις βγάζω από δω και τις παίρνω μαζί μου όπου και αν πάω. Το χώμα δε θα λείψει από τον κόσμο ποτέ. Ούτε και η λάσπη, μου είπε κρατώντας τις λασπωμένες ρίζες στα χέρια της.
Κύπρος 2015